15 Ιανουαρίου 2013

Ο ΕΛΥΤΗΣ ΜΙΛΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΒΑΦΗ


Το κείμενο  είναι από την ομιλία του  Στρατή Γιαννίκου στην τιμητική εκδήλωση του 

«Παγγεραγωτικού Πολιτιστικού Συλλόγου Γέρας » , την Κυριακή 29 Απριλίου 2012 

(επέτειος γέννησης-θανάτου του ποιητή), τιμητική βραδιά-αφιέρωμα στον Κ.Π. Καβάφη και 

στην τελευταία απόγονό του, την κ.Μαρίνα Βαλιέρι, η οποία ζει στον Παπάδο της Γέρας.



Ο ΕΛΥΤΗΣ ΜΙΛΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΒΑΦΗ   
Απρίλη μήνα έκλεισε ο κύκλος της ζωής του ποιητή. 29 του Απριλίου 1863, 29 Απριλίου 1933. Ίδια η ημερομηνία γέννησης , ίδια και του θανάτου.
Ο Καβάφης έζησε την εποχή που μεγαλουργούσε η Ελλάδα,, την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων, την εποχή της Ελλάδας των 2 ηπείρων και των 5 θαλασσών, αλλά και  την εποχή της   Ήττας στη Μικρά Ασία. Στο έργο του δεν υπάρχει μνεία των γεγονότων. Μα τίποτα από την κοσμογονία αυτή δεν τον άγγιξε; Ποιος είναι ο κόσμος του;
Ο κόσμος του Καβάφη είναι ο Αλεξανδρινός κόσμος της παρακμής. Στα ποιήματα δεν θα συναντήσουμε το αρχαίο κλέος, την ιστορία των πρωταγωνιστών. Ακόμη κι όταν αναφέρεται σε στρατηγούς και αυτοκράτορες, πρωταγωνιστές δεν  είναι τα σημαίνοντα πρόσωπα. Πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραματίζει η μοίρα, το αναπόφευκτο, το μικρό , το ασήμαντο.  
Λίγα μέτρα από την αίθουσα τούτη βρίσκεται το σπίτι της ανιψιάς του Καβάφη , αλλά και το σπίτι της  μάνας του Ελύτη. Είναι  μια πρόκληση  να ψάξουμε κατά πόσον μπορεί το έργο του Καβάφη να  επέδρασε στην ποιητική του Ελύτη. Πρόκληση,  μιας και μιλάμε για εντελώς σε διαφορετικά πλαίσια τοποθετημένες γραφές. Κι όμως  η  επίδραση του Καβαφικού έργου στον Ελύτη είναι μεγάλη  κι ας μην έχει περάσει στη συνείδηση των λογοτεχνών, αλλά ούτε και στον απλό αναγνώστη.   Είκοσι δύο  είναι συνολικά οι αναφορές του Ελύτη στα πεζά του δοκίμια που συναντάμε στα ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ και στο ΕΝ ΛΕΥΚΩ .

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΠΟΛΩΝ 
ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ  ΠΟΙΗΣΗΣ
Στα ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ στα ΠΡΩΤΑ ΠΡΩΤΑ  δοκίμια του,  αναφερόμενος στην αίσθηση που του  επέτρεψε   ν' αντιλαμβάνεται  τη ζωή από τη βαθύτατα ποιητική της άποψη ……μας λέει ότι «Δεν πρόκειται για μιαν αντίληψη που περιορίζει, άλλα για μιαν αίσθηση που είναι κόσμος ολόκληρος· ένας κόσμος με Βόρειο και Νότιο Πόλο, που ο Σολωμός και ο Καβάφης έχουν αρχίσει και από τις δυο μεριές τη χαρτογράφηση του». Όσο κι αν ψάξουμε το έργο του Ελύτη, σπάνια θα τον δούμε να επαναλαμβάνεται. Κι όμως η πρώτη αυτή χαρτογράφηση της σύγχρονης Ελληνικής Ποίησης, όπου στο ένα άκρο βρίσκεται ο Σολωμός και στο άλλο ο Καβάφης,  είναι αυτή που θέτει τα σημάδια για να μπορεί να βρει τα σημεία πλεύσης του ο Ελύτης.
            Η θέση –θεωρία του Ελύτη περί ύπαρξης  των δύο πόλων στη νέα ελληνική ποίηση τον ακολουθεί και τον κατευθύνει σ’ όλη του την ποιητική διαδρομή, αφού αποτυπώνεται από τον ίδιο  και στο λόγο που εκφώνησε στην Ακαδημία της Στοκχόλμης κατά την τελετή απονομής του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας.
«Η σφαίρα που σχηματίζει η νέα ελληνική ποίηση έχει, θα μπορούσε να πει κανείς, όπως κάθε σφαίρα δύο πόλους: τον βόρειο και τον νότιο. Στον ένα τοποθετείται ο Διονύσιος Σολωμός …….. Στον άλλο πόλο, τοποθετείται ο Κ. Π. Καβάφης, αυτός που παράλληλα με τον T.S. Eliot έφτασε στην άκρα λιτότητα, στη μεγαλύτερη δυνατή εκφραστική ακρίβεια, εξουδετερώνοντας τον πληθωρισμό στη διατύπωση των προσωπικών του βιωμάτων. Ανάμεσα στους δύο αυτούς πόλους κινήθηκαν οι άλλοι μεγάλοι μας ποιητές, ο Ανδρέας Κάλβος, ο Κωστής Παλαμάς, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Γιώργος Σεφέρης, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο προς το ένα ή το άλλο από τα δύο άκρα. 
            Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε ότι ο Ελύτης βρίσκεται στον πειρασμό να χαρτογραφήσει   πιο ειδικά  θέματα υπομνηματίζοντας το χάρτη της ποίησης με τη μορφή του Α. Κάλβου. Έτσι  στη «ΛΥΡΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΛΒΟΥ» μας μιλάει:
 1. Για τη σχέση της φαντασίας ….σα λειτουργίας ανάμεσα σε δύο ποιητές –πόλους , όπως είναι ο Κάλβος κι ο Καβάφης.
2. Για την αντίληψη του ωραίου … Κλασικός είναι ο Σολωμός. Ο Κάλβος είναι προκλασικός. Μένει βέβαια και η τρίτη κατηγορία της παρακμής… Αφήνοντας τη θέση αυτή σ’ έναν άλλο μεγάλο ποιητή, τον Καβάφη, που θα ‘ρθει ύστερα από πολλά χρόνια  ν’ αποτελέσει και απ’ αυτή την άποψη ακόμη τον αντίθετο πόλο του (Κάλβου).


  ΚΑΒΑΦΗΣ   Ο ΠΡΩΤΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΟΥ ΕΛΥΤΗ
Ο Ελύτης δεν διστάζει να κατονομάσει τους πρώτους του δασκάλους. Στο ΤΕΧΝΗ _ΤΥΧΗ _ΤΟΛΜΗ συγκεκριμένα μας λέει :  «…μια ωραία μέρα οι αρχαίοι Λυρικοί από τη μια, ο Κάλβος και ο Καβάφης από την άλλη, ξύπνησαν πρώτη φορά το ενδιαφέρον μου για την ποίηση» .
Στο ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ο Ελύτης γίνεται πιο συγκεκριμένος. Νιώθει ξένος με τους φίλους του Πανεπιστημίου … «αισθανόμουν  ότι δεν μ’ έδενε τίποτε μαζί τους». «Κι όχι επειδή αγαπούσαν τον Καρυωτάκη, αλλά επειδή, Έλληνες όντας, καλλιεργούσανε ένα πνεύμα που δεν άρμοζε στο ήθος της ελληνικής γλώσσας, για τη δική μου την  αντίληψη, αγαπούσαν τα άσχημα έπιπλα». «Αισθανόμουν  ότι έφευγαν μακριά, ενώνονταν με την κοινή γνώμη κι απόμεινα ξένος εγώ, ξένος καθώς στο ποίημα του Μύρη εξομολογείται ο Καβάφης».
Στη συνέχεια ο Ελύτης  σε μια  εκτενή εξομολόγηση για τα ενδιαφέροντα της εφηβικής του ηλικίας μας αναφέρει ότι  δεν έβρισκε κάτι που να τον ελκύει  στην ποίηση. «Στα εννέα δέκατα  των ποιημάτων που διάβαζα τότε με  απωθούσε κάτι που ευγενικά, θα το ονόμαζα απουσία υπερηφάνειας και διαφορετικά, πτωχοπροδρομισμό, μιζέρια, μικρολογία, και, σε ύστατη ανάλυση, εύκολη φιλοσοφία».
Την πρώτη πραγματική επαφή με την ποίηση την απέκτησε όταν  πρωτοδιάβασε  τον Καβάφη. Στα δεκάξι του χρόνια έμεινε δυο μήνες  άρρωστος στο κρεβάτι  και  πέρναγε τις ώρες του φορτωμένος βιβλία και περιοδικά : «Νέα Εστία, Ηλύσια, Πνοή, Λόγος, Πρωτοπορία, Ελληνικά Γράμματα, Φιλότεχνος, Αλεξανδρινή Τέχνη. Σκυμμένος ώρες με υπομονή, έπιανα πολλά ψάρια. Και μονάχα η ποίηση δεν τσιμπούσε. Χρειάστηκε ο Καβάφης για να αισθανθώ το  τίναγμα – κάτι πολύ δυνατό, πω- πω, τι ήταν αυτό; - παράξενο πράγμα. Μ’ έπιασε βαθιά περιέργεια, που αργότερα έμελλε να γίνει βαθύ ενδιαφέρον, και ακόμη αργότερα βαθύς θαυμασμός. Γοητεία, ποτέ».

Αυτή ήταν η πρώτη επαφή, τόσο καθοριστική που  στιγμάτισε όχι  τον τρόπο γραφής, αλλά τον τρόπο του πως πρέπει να σκέφτεται ο ποιητής.  Το να θαυμάζεις τον δάσκαλο σου, το να θέλεις να ακολουθήσεις το δρόμο του δεν σημαίνει ότι πρέπει να ακολουθήσεις και τα εκφραστικά του μέσα. Το τελευταίο μάλιστα ενέχει τον κίνδυνο του να δημιουργήσεις ένα κακέκτυπο. Ο θαυμασμός στον δάσκαλο  δεν έπαψε ποτέ. Οι  αναφορές στον Καβάφη, ως παράδειγμα  ποιητή, πολλές,  όπως:
 Στα δοκίμια του για τον ΡΩΜΑΝΟ ΤΟ ΜΕΛΩΔΟ, στα ΜΙΚΡΑ ΕΨΙΛΟΝ    η περιγραφή των ολονυκτιών στο σπίτι του Γκάτσου τα χρόνια της Γερμανικής Κατοχής και του Εμφύλιου  που περνούσαν «με συνεχή ανεβοκατεβάσματα Σολωμών και Καβάφηδων»,στα  ΜΙΚΡΑ ΕΨΙΛΟΝ επίσης τα    ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ΕΝΟΣ ΛΥΡΙΚΟΥ, στο ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ οι  συνάξεις  στο σπίτι του Κατσίμπαλη  στις οποίες διαβάζονταν δοκίμια για τον Καβάφη , στη ΜΕΘΟΔΟ ΤΟΥ ΑΡΑ    όταν διατρανώνει ο Ελύτης την πίστη του ότι ο ποιητής μπορεί να ζωντανέψει τους ήρωες και τα βασίλεια τους,  αλλά κι ο αναγνώστης να τους θεωρήσει  κι ο ίδιος ζωντανά υπαρκτά πρόσωπα : « για να μην πω και κείνο το απίθανο κρατίδιο της Κομμαγηνής, που βαυκαλίζομαι ότι κάποτε το έχω ζήσει, μολονότι ζωντανές παραμένουν, την ίδια στιγμή οι αμφιβολίες μου αν υπήρξε ποτέ κι ας λεν οι ιστορικοί».

 Ο ΚΑΒΑΦΗΣ – Ο ΕΛΥΤΗΣ ΚΑΙ Ο  ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ’40
  Στις δύσκολες στιγμές  όταν βρισκόταν στα ορύγματα της Αλβανίας, το 1940 θυμόταν και ξόρκιζε το κακό με τους στίχους του  Καβάφη , από το ποίημα του ΔΑΡΕΙΟΣ  : «Όμως μες σ’ όλη την ταραχή και το κακό,/ επίμονα κ’ η ποιητική ιδέα πάει κι έρχεται-» . Στα ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ   ο Ελύτης μας διηγείται τις δυσκολίες του πολέμου : « Μου έτυχε, χωρίς διόλου να ‘μια θαρραλέος, να βρεθώ δύο ή τρεις φορές πιο κοντά στο θάνατο, παρά στη ζωή. Στον πόλεμο φυσικά….. Οι πυροβολαρχίες των Ιταλών  … εξαποστέλλουν  τις οβίδες τους στις γραμμές μας. Μέσα σε λίγα λεπτά, ο τόπος ολόκληρος ντουμάνιασε από τους καπνούς  και τη βρώμα της μπαρούτης. Στήλες από πυκνό χώμα υψώνονταν στον αέρα και ξαναπέφτανε με πέτρες και ξύλα, βροχή πάνω στη ράχη μου.  Κι αυτό το κακό ήξερα ότι θα κρατήσει – όπως και κράτησε – τουλάχιστον δύο ώρες. Να μετακινηθώ δεν υπήρχε περίπτωση…… 
Βέβαια είναι δύσκολο να το πιστέψει κανένας. Ίσως και να υπερβάλλω λιγάκι. Αλλά το ξαναλέω : έβλεπα πολύ καθαρά ότι αυτό ήταν παραλογισμός, ότι από τη μια στιγμή στην άλλη κινδύνευα να τιναχτώ στον αέρα ή να μείνω μ’ ένα ποδάρι, κι όμως θυμόμουνα έναν άλλο ποιητή, τον Καβάφη, και σχεδόν γελούσα με την ικανότητα που είχε η σκέψη του- η σκέψη του; η ποίησή του; - να προσαρμόζεται σε όλες τις καταστάσεις. Αυτό πια καταντούσε passé –partout.Όμως μες σ’ όλη την ταραχή και το κακό,/ επίμονα κ’ η ποιητική ιδέα πάει κι έρχεται”. Κι αλήθεια είχα γίνει κι εγώ ένας Φερνάζης».

Το  passé –partout , το διαβατήριο της ζωής  για δεύτερη φορά και πάλι, το δίνει  ο Καβάφης , όταν τις ημέρες που άρχισε η επίθεση των Γερμανών ο Ελύτης βρισκόταν , όπως αναφέρει, « στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου των Ιωαννίνων, με όλες τις ενδείξεις τις επιστημονικές ότι δεν πρόκειται να σηκωθώ» . Ο τύφος είχε καθηλώσει τον ποιητή.  Πέρασε μεγάλη κρίση, ο πυρετός σαράντα, ακατέβατα, η ζωή του κινδύνευε. Στο παραλήρημά του φαντάζεται ότι κρατά  στα χέρια ένα βιβλίο που θα ήθελε να γράψει. « Η ιδέα ενός βιβλίου με κρατούσε, όπως άλλους ένα εικόνισμα…. Τα  ποιήματα που δεν είχα γράψει και που θα ήθελα να είχα γράψει». Στη συνέχεια ο Ελύτης περιγράφει παραστατικά  την κρίση που έπαθε, το επεισόδιο με τους γιατρούς και τον παπά με το δισκοπότηρο που ήρθε να τον κοινωνήσει για να καταλήξει με την επόμενη ημέρα, με στίχους του Καβάφη  : «Είχα περάσει τη μεγάλη κρίση.  Το βιβλίο που ονειρευόμουνα θα μπορούσε ίσως να γίνει. Και τώρα βέβαια που γράφω , ύστερα από τόσα χρόνια, το ιδανικό αυτό βιβλίο δεν έγινε. Αλλά τι σημαίνει; Η ελπίδα του με κράτησε στη ζωή και τότε που δεν ήξερα και τώρα που κατάλαβα ότι τα ιδανικά βιβλία δεν γίνονται ποτέ. “ Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξίδι.” Να πάλι το passé –partout του Καβάφη. Και άλλο ένα :
“ Εδώ που έφθασες λίγο δεν είναι.
Τόσο  έκαμες μεγάλη δόξα”.


ΚΑΒΑΦΗΣ –   ΕΛΥΤΗΣ - ΚΡΙΝΑΓΟΡΑΣ
Το 1987 ο Ελύτης   αποδίδει  σε Μορφή στα Νέα Ελληνικά   την έκδοση των ποιημάτων του Λέσβιου ποιητή Κριναγόρα. Πώς πείσθηκε ο Ελύτης να ασχοληθεί με έναν ελάσσονα ποιητή; Στην εισαγωγή της έκδοσης του  βιβλίου,   αναφερόμενος στο ποίημα του Καβάφη ,«Νέοι τῆς Σιδῶνος » δίνει την εξήγηση :
«Ας  όψεται ο Καβάφης . που μολονότι δεν είναι, συνήθως, ανοιχτός σε τέτοιου είδους ευαισθησίες, έγραψε τον μαγικό –λεκτικό στίχο “Διαβάστηκαν Μελέαγρος και Κριναγόρας και Ριανός”».
Στη συνέχεια αφού παραθέτει και εξηγεί το ενδιαφέρον που του προκάλεσε  «η ευφωνιστική αλχημεία» των ονομάτων, αναφέρεται  στους λόγους που τον έκαναν να ασχοληθεί σε βάθος με την ποίηση του Κριναγόρα. Είναι πιστεύω οι ίδιοι λόγοι που τον  κάνουν θαυμαστή της ποίησης του Καβάφη : « Τίποτε, ή σχεδόν τίποτε, απ’ αυτά που, συνήθως, μας προσφέρουν οι εποχές της παρακμής : ύμνοι στο πιοτό, ερωτιδείς , καλλιστεία και ανθοστεφανώματα.», ο  Κριναγόρας και κατά συνέπεια ο Καβάφης θα τολμούσαμε να ισχυριστούμε,  είναι  « … φορέας μιας ευγένειας λιγότερο αριστοκρατικής και περισσότερο ανθρώπινης, με τη βαθύτερη σημασία  του όρου» κι αυτό αφού μεταξύ άλλων αφιερώνει  το επιτύμβιο στο δούλο του Ίναχο  «σαν ίσος προς ίσον».
Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να επιστρέψουμε στο ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ, όπου περιγράφεται  οι αγωνιώδεις στιγμές μεταξύ ζωής και θανάτου που πέρασε ο Ελύτης στο Νοσοκομείο των Ιωαννίνων. « Κι απόμεινα έτσι ολομόναχος μέσα στον άδειο θάλαμο… μια σταματημένη απότομα ζωή, ένα είδος Πομπηίας του κλειστού χώρου απ’ όπου αναδυόμουν και επέπλεα μετέωρος, βουτηγμένος μέσα σε μια παράξενη ηρεμία».  Όπως  αναφέραμε  και παραπάνω ο Ελύτης περνάει την κρίση ,  συντροφιά με στίχους του Καβάφη ,ονειρευόμενος ότι θα  γράψει το ιδανικό βιβλίο.
Ώσπου το 1984 κυκλοφορεί η ποιητική του συλλογή «ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΕΝΟΣ ΑΘΕΑΤΟΥΑΠΡΙΛΙΟΥ». Όλα τα στοιχεία μάς οδηγούν στο συμπέρασμα ότι  το ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ   είναι εμπνευσμένο από τις δύσκολες εκείνες μέρες. Ίσως είναι το ιδανικό βιβλίο που τις δύσκολες στιγμές του πολέμου ήθελε να γράψει.    

 Στο ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ   περιγράφεται το πέρασμα από τη ζωή στο θάνατο και η επιστροφή και πάλι στη ζωή ,  εν είδη σεναρίου κινηματογραφικής ταινίας με  σκηνικό χώρο τα ερείπια της παρηκμασμένης Πομπηίας. Στο εξώφυλλο  απεικονίζεται    τμήμα ενός σπιτιού από τα ερείπια της Πομπηίας,, στους παρακάτω δε στίχους  ορίζεται το πλαίσιο : «όσο κι εκείνες που  ‘ βλεπα γύρω μου/ χρόνους και χρόνους μιαν ολόκληρη ζωή:  …… “Τις τελευταίες μέρες της Πομπηίας” εάν όχι/ και  -σε πρώτη προβολή – “Το φιλί του θανάτου” . Στην όλη σύνθεση κυριαρχεί η απλότητα, λιτότητα, η πλάνη και η ματαιότητα της εγκόσμιας δόξας. Ο στίχος του Ελύτη  «Κάθε όνομα φέγγει για λίγο μες στα σκοτεινά κι ύστερα σβήνει και χάνεται» , θα μπορούσε να  αποτυπώσει  συνοπτικά  την  καβαφική κοσμοθεωρία.
Καβάφης και Ελύτης απομυθοποιούν την ιστορία. Η πραγματική  Ιστορία δεν  έχει σχέση με   δυνατούς, με αυτοκράτορες, με κυβερνήτες. Για να γραφεί η  πραγματική  Ιστορία  πρέπει να  αποκατασταθούν  οι παρίες της κοινωνίας.  Αξίζει σ’ αυτό το σημείο να μείνουμε στο ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙΟ το ποίημα το οποίο βρίσκεται στο μέσον της όλης σύνθεσης του ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ και καταλήγει με τη ρήση – αφορισμό :




 Ξημερώθηκα έχοντας διατρέξει την ιστορία του θανάτου
της Ιστορίας ή μάλλον την ιστορία της Ιστορίας του
Θανάτου (και αυτό δεν είναι λογοπαίγνιο).
Στο  ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙΟ ο Ελύτης παρουσιάζει 24 ονόματα , τα οποία δεν είναι πρωταγωνιστές της Ιστορίας, όμως αν μελετήσουμε την πραγματική προσωπική τους ιστορία  , οδηγούμαστε στην αποκατάσταση της ΑΛΗΘΕΙΑΣ, που θα πρέπει να  είναι το πραγματικό ζητούμενο της Ιστορίας. Ανάμεσα στα 24 ονόματα συναντάμε και το δούλο του Κριναγόρα ως «ίσος προς ίσον» ,ως «φορέα  μιας ευγένειας λιγότερο αριστοκρατικής και περισσότερο ανθρώπινης».
Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε έχουμε την ανάγκη ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ της ΙΣΤΟΡΙΑΣ . Ας αφουγκρασθούμε τους ποιητές μας. Ας αφουγκρασθούμε τα λόγια του Καβάφη, από ανέκδοτο χειρόγραφο του ποιητή που παρουσίασε ο Γ. Σαββίδης το 1973. Είναι επίκαιρα όσο ποτέ άλλοτε:

Τι απαίσιο πράγμα αυτές η νέες φιλοσοφικές ιδέες της σκληρότητος, του σωστού, της υπερισχύσεως του δυνατού, του τάχα εξυγιαντικού έργου τής πάλης της εξαλείφουσας τους μικρούς και ασθενικούς κτλ. κτλ.
Αφού πρέπει να ζήσουμε εν κοινωνία, αφού ο πολιτισμός απορρέει από αυτό, αφού δι’ αυτού του μέσου κατορθώσαμε και αντισταθήκαμε στες δυσχερέστατες βιοτικές περιστάσεις που περιστοίχισαν τα πρώτα την ανθρωπότητα – τι θα πουν αυτά τα τρελλά της σκληρότητος, της υπερισχύσεως κτλ.
Αν στ’ αλήθεια τα πραγματοποιούσαμε, θα βλέπαμε ότι μας φέρουν την εκμηδένησι. Ένας δυνατός θα καταστρέψει, εμμέσως ή αμέσως, δέκα αδύνατους εδώ· ένας άλλος, δέκα αδύνατους εκεί, και ούτω καθεξής. Δεν θα μείνουν παρά δυνατοί. Εξ αυτών θα είναι μερικοί λιγότερο δυνατοί. Αυτοί – σαν ξεχασθούν ή εκλείψουν οι αδύνατοι οι πριν – θα είναι οι αδύνατοι· πρέπει να καταστραφούν κι αυτοί, δέκα-δέκα ή πέντε-πέντε ή δύο-δύο.
 Ώσπου να μείνει μονάχος του ο δυνατότατος ή οι ολίγοι ισοδύναμοι. Αλλά πώς θα ζήσουν, έτσι; Όχι η σκληρότης· αλλά η Επιείκεια, η Λύπη, η Παραχώρησις, η Καλοσύνη (αυτά, βέβαια, συνετώς, χωρίς υπερβολές), είναι και η Δύναμις και η σοφία.

.............................
G

Δεν υπάρχουν σχόλια: