28 Οκτωβρίου 2012

Αυγούστου Θεία Γέννηση


 

 

Αυγούστου Θεία Γέννηση

ΠΑΠΑΔΟΣ

Αύγουστος  μήνας είναι  Θεέ που αγρυπνώ, κοιτώ τον ουρανό, κοιτώ τη λεμονιά μας και συλλογιέμαι.
Μεσάνυχτα καλοκαιριού, ολόγεμο το φεγγάρι προβάλλει μέσα από τις φυλλωσιές. Κατέβηκε στη γης, κάλυψε το πεντάφυλλο της αυλής. Χρυσά γεννήκαν  τα μήλα, χρυσή η μανταρινιά και πλούσια τα ονείρατα του καλοκαιριού.

ΜΕΣΑΓΡΟΣ

Πήρα τους δρόμους . Ανέβηκα στο Μεσαγρό. Αλλοπαρμένος ακολουθούσα τη στράτα της  Σελάνας. Εκεί ψηλά, ασήμι έγινε η καρδιά. Μαλαματένια τα λιόδεντρα, οι λεύκες τα κυπαρισσόπουλα. Στο βάθος το γάνος της  Ανατολής. Ασήμιζε το πέλαγος.

ΣΚΟΠΕΛΟΣ

Τράβηξα για το Πρόβασμα, να ’μαι κοντά στον Ουρανό, σιμά με το φεγγάρι, δίπλα στο Θεό.
Τούτο το βράδυ η φύσις πανηγύριζε. Το φως άναβε τη γης, άγιαζε το νερό και κείνο σε μαγνήτιζε και σ’ οδηγούσε στη μήτρα της ζωής.
Πάντα κάτι μου ’λεγε  πως Πρόβασμα, Σκόπελος και Προφυλακή τους δένει κάτι ανεξήγητο , κάτι μαγικό. ’Κείνο το βράδυ, τούτο το μυστήριο βρήκε το νήμα του. Ήτανε λέει, το χνάρι του Θεού, εκεί κοντά στους Πύργους, κοντά στο βράχο της Προφυλακής.


ΠΥΡΓΟΙ

Στους Πύργους πυρώνουν οι ψυχές και μάρτυρες τυχαίνουν σε μια παράξενη λειτουργία. Καταμεσής της θάλασσας στήνεται το μυστήριο κι οι μύστες κοινωνούν πως έσπειρες Θεέ μου πολύ φως σαν γέννησες τον κόσμο.
Ευθυτενής εισήλθες στον Κόλπο των Ελαιών. Ρυτίδωσε η θάλασσα , στη μήτρα της ζωής σαν μπήκε τ’ Άγιο φως το τροπαιούχο. Από τη μια λαμπάδιαζαν  τα πεύκα , πετάριζαν οι ψυχές και φλόγινες απ’ αντικρύ ανέμιζαν ελιές σε καλωσόριζαν
Κάπως έτσι τελείωνε το μυστήριο και άρχιζε η ζωή.
Κι εγώ κοινός θνητός…
Στου Κόλπου βυθιζόμουν τα νερά
Λουζόμουν φως και βαφτιζόμουν.
Τη θεία της θαλάσσης

Μετάληψη ελάμβανα.

Για να   ’βρω  ’κείνο το από καιρό
λησμονημένο.
Το ασήμι –σπέρμα που άφησε ο Θεός
Στης Γέρας το βυθό.
                                                           


ΑΠΙΔΙΑΣ   ΛΑΚΚΟΣ (ΠΛΑΚΑΔΟΣ)

Πάνε χρόνια , μιας μαγικής- παραμυθένιας εποχής τα καλοκαίρια διαβήκαν.   «Σνουπέρναμε»   στα τέλη του Ιούνη. Τις μέρες μας τις περνούσαμε στα περιβόλια, ξεδιψάγαμε με την τρούμπα, πίναμε  τον ήλιο ,ρουφάγαμε το φως, γευόμασταν τη θάλασσα ,στης Γέρας τ’ ακρογιάλια.
            Τα βράδια ,αχ, αυτά τα τρελά βράδια του Αυγούστου. Οι πανσέληνες νύχτες κάτω από τις τζιτζιφιές, πλάι στη θάλασσα , νύχτες που τις φώτιζε ο καιόμενος αμίαντος κάτω από την καρυδιά μας.
Νύχτες της νηνεμίας.  Η θάλασσα   λάδι ,το φως του φεγγαριού ν’ ανάβει το ακύμαντο του πόντου, η σκέψη μας, να πυρπολείται.
Κι ως νέοι μπουρλοτιέρηδες, τ’ αλάνια του καλοκαιριού ψάχναμε για χαρτόκουτες ,τις γεμίζαμε με χόρτα ξερά και εφημερίδες ,κι έπειτα βάζαμε φωτιά  στα όνειρά  μας. Τα ρίχναμε στη θάλασσα να σβήσουν, μη μας καούν ολότελα και παν χαμένα. Κείνα ταξίδευαν  αμέριμνα, μπουρλότιαζαν τον κόλπο και τις καρδιές μας.
   

ΕΥΡΕΙΑΚΗ (ΠΑΛΑΙΟΚΗΠΟΣ)

Σαν που μεγαλώναμε ,μίκραινε η μαγεία. Χαθήκαν τα μαγικά καλοκαίρια. Ο παραλιακός δρόμος έγινε άσφαλτος. Η σκόνη εξαφανίστηκε και σκόνη γενήκαν τα όνειρά μας. Κλείσαν τα παραλιακά καφενεία, έσπασε  το γυαλί της λάμπας, μολύνθηκε ο κόλπος, οι καρδιές μας μαράθηκαν.
Μάτωνα από τότε σαν πήγαινα το καλοκαίρι στην παραλία. Όχι πως έπαψα  να αγαπώ ,τη θάλασσα μας. Όχι  πως θ’ άλλαζα ποτέ τα Λευκάρια, ούτε  που στην θέση της Ευρειακής θα ’βαζα και την καλύτερη του κόσμου παραλία, μα μάτωνα. Ίσως μεγάλωσα , ίσως να γέρασαν τα όνειρά μου.


ΠΕΡΑΜΑ
 Μα πάντα  τη ματιά μου θα  φωτίζουν  τ’ αμέτρητα κεριά του κάμπου, οι πανύψηλες λεύκες του Απιδόλακκου, τα ψηλά κυπαρισσόπουλα  και τα θαλασσινά χαλάσματα, η Ρωμαία Αγία Αναστασία στις Χαλατσές, ο ποταμός στις Καρυές.
 Από τότε  σαν έρθει το φθινόπωρο σαλπάρω σ’ άλλες εποχές. Παίρνω το δρόμο για τον κάμπο ,να ’μαι μόνος με την παλιά  μεγάλη μου αγάπη, μόνος με το Θεό.


ΙΕΡΑ

Κατηφορίζοντας φαίνεται ο Κόλπος από ψηλά γαλήνιος. Κι ως καθρεφτίζονται τα όρη στην Ιερά Λίμνη, γεμίζουν τα μάτια, υδράργυρο. Είναι το χρώμα του φθινοπώρου . Είναι το χρώμα του Ελαιοφόρου, το χρώμα του ιερού  υδράργυρου του Θείου πυρετού.

Κι ως πέφτει το φως το θεϊκό, μυριάδες οι παραλλαγές του    ,χιλιάδες σκέψεις πέρα απ’ τ’ ανθρώπινα με συγκλονίζουν. Είναι την ώρα που χαράζει τις αλήθειες του ο Θεός στης Γέρας τα βουνά. Είναι την ώρα που τα βουνά καθρεφτίζουν την   αλήθεια στα  αγιασμένα της Γέρας ύδατα κι οι άγγελοι ψάλλουν τον επινίκιο της φύσης ύμνο:

«Πάσα εποχή και κάθε ώρα
της Ακύμαντης Θάλασσας
Είναι.

Πάσαι αι δυνάμεις των αοράτων
Μύσται
Ελαιοφόροι πιστοί
Το εν όρεσι- Το εν ύδασι
Θαύμα


Τα  Μικρά ,τα μεγάλα τα όνειρα
Ένα είναι και το Ένα αυτό

Όρη , Θάλασσα

Είναι.




           ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ    ΣΤΡΑΤΗΣ
              

Δεν υπάρχουν σχόλια: