19 Μαρτίου 2011

ΓΙΩΡΓΟ ΜΑΣ ΠΗΡΕ ΤΟ ΤΣΟΥΝΑΜΙ




ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ στο ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙΟ
κειμένου που θα δημοσιευθεί στο προσεχές φύλλο 57 της εφημερίδας ΠΟΛΙΤΗΣ


Τον γνώρισα το καλοκαίρι του 1994 στις συνάξεις του Μουσικού Καφενείου. Καθόταν στο σκαμπό , ακουμπούσε στο μπαρ και παρακολουθούσε τον όμιλο των φωνασκούντων στα ενδότερα. Στο βάθος ο Μάκης Αξιώτης, ο Παντελής Αργύρης, ο  Στρατής Αναστασέλλης, ο Αριστείδης Καλάργαλης… Ένας ζωγράφος έπρεπε να παρακολουθεί από απόσταση, να είναι έξω από τα πράγματα, για να μη θολώνει η ματιά.
Σπάνια έκανε παρεμβάσεις κι αυτές για να ρίξει την ασπέθα του. Ήταν τότε που το καφενείο έπαιρνε φωτιά. «Ρε  Μάκη για πεμ’ τι γραφ’ στ’ σιλίδα 48, για πεμ’ τι γραφ’» έλεγε ο Πέρρος δήθεν ανήξερος για τα γραφόμενα. Ο Μάκης ανυποψίαστος ξεφύλλιζε το βιβλίο, πήγαινε στη σελίδα, διάβαζε  το κείμενο και … ξαφνικά μπαρούτιαζε.
Ο Γιώργος ήθελε να προκαλεί , ήταν το ψωμοτύρι του. Θυμάμαι πριν μερικά καλοκαίρια ένα βραδινό στο Μάρμαρο. Στην αυλή της ταβέρνας υπήρχε ένα μεγάλο τραπέζι. Ο  Νομάρχης Παύλος Βογιατζής κι ο Δήμαρχος Γέρας δεξιώνονταν  κάποιους επίσημους προσκεκλημένους, όλοι τους καλοντυμένοι. Παρών κι ο Πέρρος  με το τζιν παντελόνι και το μακό φανελάκι σε μια γωνιά του τραπεζιού. Μόλις με είδε να μπαίνω φώναξε δυνατά ν’ ακούσουν κι οι άλλοι: «Έλα ρε Στρατή τσι μι ζαλίσαν τουτ’ οι αδιαφόριτ’ . Έλα, μουνάχα συ μι καταλαβαίνς . Ε, τς αντέχου. Πιες ένα ούζου τσι φεύγς». Ήταν η πιο τιμητική πρόσκληση που δέχθηκα. Τα δυο λεπτά που κάθισα μαζί του ήταν από τις στιγμές που με σημάδεψαν.
Αυτός ήταν ο Γιώργος, έτσι αναρχικό τον ξέραμε, έτσι αναρχικό τον θέλαμε εμείς οι καθωσπρέπει. Ο  Παύλος, ο Μάκης, ο Αριστείδης, ο Στρατής, όλοι οι Γεραγώτες φίλοι του έτσι τον θέλαμε. Ένα ελεύθερο πνεύμα, να μας τζλώνει, να μας τσαλακώνει, να μας ξυπνά.
Γιώργο να ξέρεις ,θα μού λείψει  η συνάντηση στον Αύλωνα, το καλοκαίρι του 2009 , τότε που άπλωνες στα τραπέζια του Αρτακιανού τις ξετσίπωτες ζωγραφιές σου κι οι γύρω συνδαιτυμόνες  έμεναν αμήχανοι , με τα μάτια γαρίδες και τα πιρούνια κολλημένα στο στόμα. Αλήθεια ακόμα δεν έχω καταλάβει γιατί άρον –άρον πήγα και κλείδωσα στο αυτοκίνητο τη θεόρατη ολοτσίτσιδη ζωγραφιά που μού χάρισες. Μα αλήθεια γιατί τη φυγάδευσα; Για να τη γλιτώσω από τις τυχόν λαδιές της τούνας και της κουτσομούρας, όπως σού δικαιολογήθηκα ή για να γλιτώσω από τα περίεργα των θαμώνων βλέμματα;
Πράγματι οι ζωγραφιές σου ήταν θεόρατες, δηλαδή κι απ’ τον θεό ορατές , μα για τους ανθρώπους …στην πυρά. Κάτι  ήξερες εσύ για τα καλοκαιριάτικα γιαγκίνια σου στην Έπαυλη Γεωργιάδη.
Γιώργο, ο Εμπεδοκλής, που πίστευε πως η ζωή προέρχεται  από τη φωτιά, ταξίδευσε στους άλλους κόσμους βουτώντας στο ηφαίστειο της Αίτνας. Γιώργο διάλεξες την ώρα για ν’ αμολήσεις τις βάρκες σου. Εσύ, ένας πραγματικός αναρχικός έφυγες την ώρα που το τσουνάμι της κρίσης χτύπησε τη χώρα μας.
Φαίνεται πως πήρες μετρητοίς τα λόγια που σου έγραφα πριν έξι ακριβώς χρόνια, τον Μάρτη του 2005, στο περιοδικό ΑΙΟΛΙΔΑ : « Ο Γιώργος  ακύμαντες ζωγραφίζει τις θάλασσες, μα να γνωρίζεις πρέπει  πως κι η ακύμαντη θάλασσα μέσα της βράζει. Τσουνάμι γίνεται στους βέβηλους , σ’ όσους την προσκυνούν θεία, δροσερή φωτιά».
Νάτη πάλι η φωτιά. Μα ξέρεις εσύ. Πήρες τις βάρκες σου κι έφυγες. Από μια γωνιά κει πάνω , θα περιμένεις την ώρα που το τσουνάμι της αγανάκτησης θα παρασύρει τα τάνκερ, τα γιοτ, τα κότερα, τις πισίνες, τις επαύλεις, τις μεζονέτες των αδιαφόρετων.
Είναι τότε που οι βάρκες σου θα βρουν τα λιμάνια τους κι οι θάλασσες τον κυματισμό τους. 


ΣΤΡΑΤΗΣ ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ

2 σχόλια:

Unknown είπε...

η αναχωρηση του Γιωργου , εστω και μη ηθελημενη , μηπως
ηρθε στην πιο καταλληλη εποχη ?
‘‘..τωρα που οι βαρκες χανουνε τ’ απανεμα λιμανια τους...!

Στρατῆς Γιαννῖκος είπε...

Γλίτωσε από τον σημερινό ΤΙΤΑΝΙΚΟ !